- Ντάργουιν
- (Darwin). Πόλη (96.200 κάτ. το 2003) της βόρειας Αυστραλίας, πρωτεύουσα του Βόρειου Εδάφους (2.452 τ. χλμ., 327.700 κάτ. το 2003)· βρίσκεται απέναντι στο νησί Μέλβιλ, στον μυχό της Πορτ Ντάργουιν, στον πορθμό Κλάρενς (θάλασσα Τιμόρ). Ιδρύθηκε το 1872 με την ονομασία Πάλμερστον ως διηπειρωτική αφετηρία και τέρμα τροχοφόρων (σήμερα, κατά μεγάλο μέρος, διασχίζεται και από σιδηρόδρομο) και της τηλεγραφικής γραμμής που έφτανε από την Αδελαΐδα. Εξαιτίας του φτωχού εδάφους της ενδοχώρας, που είναι παντού σχεδόν ερημικού τύπου, η μικρή αυτή πόλη είχε πάντα μέτρια οικονομική σημασία, παρότι το λιμάνι της είναι ένα από τα καλύτερα προφυλαγμένα της αυστραλιανής ηπείρου· η στρατηγική θέση της, όμως, την έκανε κατά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο γενική συμμαχική αεροναυτική βάση για τις επιχειρήσεις του Ειρηνικού.
Η Ν., που καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά από τις αεροπορικές επιδρομές των Ιαπώνων και ανοικοδομήθηκε με σύγχρονα πολεοδομικά κριτήρια, έχει σήμερα κυρίως διοικητική σημασία και λειτουργίες συνδεδεμένες με το αεροδρόμιο, το οποίο αποτελεί σημαντικό σταθμό στη γραμμή Σιγκαπούρης - Σίδνεϊ. Η πόλη έχει έναν από τους πιο ενδιαφέροντες βοτανικούς κήπους της Αυστραλίας.
Μια κεντρική οδός του Ντάργουιν.
Dictionary of Greek. 2013.